Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

Στην εποχή της Τουρκοκρατίας-τα δοξασμένα χρόνια, την χρυσή εποχή της ακμής


     Στα ύστερα Βυζαντινά χρόνια, την εποχή της προεπαναστατικής περιόδου κατά της Τουρκοκρατίας, η Ρεντίνα έγραψε ιστορία. Διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή των Θεσσαλικών Αγράφων, όπου τα ολόγυρα μακρινά βουνά της και τα φαράγγια αποτέλεσαν το απόρθητο κάστρο της κλεφτουριάς και τα άγονα και βραχώδη μέρη, ορμητήριο και τόπο κρησφύγετο αρματολών και κλεφτών, που με το γιαταγάνι και το καριοφίλι τους, παρείχαν ασφάλεια στους Έλληνες, που ζούσαν ελεύθεροι.
     Τα προνόμια παραχώρησης από τους Τούρκους στα Άγραφα με την συνθήκη του Ταμασίου το 1525, επέτρεψαν την κάποια αυτονομία και την ανάπτυξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η Ρεντίνα άκμασε έγινε το κυριότερο κεφαλοχώρι της περιοχής, οικονομικό, πνευματικό κέντρο και πρωτεύουσα του Δήμου Μενελαϊδος και τόπος συνάντησης της Δημογεροντίας των Άγράφων. Φημισμένοι προεστοί διοικούν την Ρεντίνα και τα γύρω χωριά.
     Τις τύχες στην τοπική αυτοδιοίκηση ανέλαβαν δραστήριοι πρόκριτοι, φημισμένοι προεστοί και αρματολοί, που σημάδεψαν την πορεία της, όπως ο Λάμπρος Μαυροειδής, ο Κώστας Λάμπογλου, ο Κωσταντίδης,  ο Κώστας Ζαχαράκης, ο μυημένος φιλικός Κώστας Ζαχαρόπουλος, ο Γεώργιος Τσολάκογλου και ο γιος του Δημήτρης Τσολάκογλου, ο Γιαννάκης Κυρίτσης και ο Γιάννης Αμπάζης, έχτισαν κατά τους χρόνους εκείνους μεγαλοπρεπείς Πύργους με φρουριακή συγκρότηση, που δεν σώζονται σήμερα και χρησίμευαν για προστασία από τις επιδρομές των άτακτων Αρβανίτικων ασκεριών.
     Γόνοι επίσης σημαντικών οικογενειών της Ρεντίνας επί Τουρκοκρατίας ήταν ο Γεώργιος Δεσπότου, ο Γ. .Αντωνίου, ο Σπ. Γιαννάκης, ο Τσαμαγκίδης και ο Στέφος
     Το 1775 ο Δημήτρης Τσολάκογλου διαδέχθηκε τον Κώστα Ζαχαράκη, στην διοίκηση των Αγράφων ως κοτζαμπάσης Από τον πύργο του κοτζαμπάση Δημήτρη Τσολάκογλου, άρχοντα χριστιανό, διορισμένο από τους Τούρκους να διοικεί, διασώθηκε επιγραφή, εντοι-χισμένη σήμερα στον άλλοτε μύλο του Γιάννη Αυγέρου, -όπου ευχή είναι να απαλλοτριωθεί ο μύλος και να χρησιμοποιηθεί σαν Λαογραφικό Μουσείο - που θα στεγάσει το παρελθόν αυτού του τόπου. Μουσείο στέγασης του Ρεντινιώτη, όπως αυτός διάβηκε την δύσκολη ανηφορικά στράτα του παρελθόντος.
     Την εποχή του προύχοντα Γεωργίου Τσολάκογλου, που τον διαδέχθηκε ο επίσης αντάξιος του πατέρα του γιος Δημήτριος, η Ρεντίνα γνωρίζει πνευματική άνθιση και γίνονται πολλά έργα, χτίζονται εκκλησίες και το Δημοτικό Σχολείο, ανακαινίζεται το Μοναστήρι, δημιουργείται τεράστια βιβλιοθήκη, που κάηκε στην επανάσταση και ιδρύεται η Σχολή της Ρεντίνας, όπου διδάσκονται Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά και η οποία  στην συνέχεια γίνεται ανώτερη.
     Ακόμη ο μεγαλοκοτζαμπάσης Δημήτρης Τσολάκογλου κατά την Τουρκοκρατία είχε τσιφλίκι του έκταση 4000 στρεμμάτων, στους πρόποδες της οροσειράς των Αγράφων, όπου βρίσκεται το χωριό Πύργος Ιθώμης, που το πούλησε το 1700 στον κυρ-Αλέξη γραμματέα του Σουλτάνου και το οποίο το 1860 αγοράστηκε από τον καταγόμενο από την Λοξάδα τούρκο Ιμίν Κούλογλου, ο οποίος στην συνέχεια το πούλησε το 1890 στους κατοίκους.
     Το 1817 ο θηριώδης Αλή Πασάς των Ιωαννίνων επόπτης των δερβενίων της Ρούμελης, επισκέφθηκε την Ρεντίνα και έκατσε τρεις μέρες, σύμφωνα με την ενθύμηση που είναι χαραγμένη στον εξωνάρθηκα του Μοναστηριού, φιλοξενούμενος του κοτζαμπάση Δημη-τρίου Τσολάκογλου, που είχε φιλικές σχέσεις μαζί του, όχι όμως πάντοτε αδιατάραχτες.
     Την θυγατέρα του Τσολάκογλου, την πεντάμορφη, ψιλή μελαχρινή, με λυγερό κορμί, κατάμαυρα μακριά μαλλιά και σμαραγδένια μάτια, αρχοντοπούλα Ευφροσύνη, ορεγόταν ο Αλή Πασάς και πριν φθάσει στην Ρεντίνα, άνθρωποί του την καρβούνιασαν, για να μην την γνωρίσει ο Αλής και την έστειλαν στην Σπερχειάδα Φθιώτιδας, όπου αργότερα παντρεύτηκε με τον Γιαννάκη Κοντογιάννη τριτότοκο γιο τού αρματολού Μήτσου Κοντογιάννη.
     Κατά τους χρόνους αυτούς ο πληθυσμός της Ρεντίνας ενισχύθηκε, με την καταφυγή σε αυτή κατοίκων παρακειμένων οικισμών για ασφάλεια, μια και ήταν από τα ευπορότερα χωριά των Αγράφων. Κατά την παράδοση κάτοικοι του χωριού Τσάτσα, πιεζόμενοι αφόρητα, από τους κλέφτες και αρματολούς, την εγκατέλειψαν και κατέφυγαν στην Ρεντίνα, όταν ο σκληρός αρματολός Ράμος τους κατάφερε το 1758 καίριο χτύπημα.
     Αργότερα στην πολυαίμακτη ιστορία των επομένων χρόνων και κατά τους επαναστατικούς χρόνους, η Ρεντίνα γράφει σελίδες δόξας, γίνεται κέντρο κλεφταρματολών και συμμετοχής στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 με τους οπλαργηγούς Κώστα Βελή, Σταμάτη Γάτσο και Γιώργο Ζώτο.
     Οι Τούρκοι στα μέσα του Μάη του 1821 πάτησαν ποδάρι, κατέλαβαν την Ρεντίνα, την λεηλάτησαν και εγκατέστησαν φρουρά, λίγο αργότερα την ανακαταλαμβάνει με αξεπέραστο ηρωισμό ο πολέμαρχος οπλαρχηγός Γεώργιος Ζώτος, αφού εξολόθρευσε την φρουρά του Βελή Μπέη, μετά από ορμητική επίθεση, πεισματώδη και πολύνεκρη μάχη κατά την οποία το μισό χωριό καίγεται.
     Την χρονιά αυτή μετά τις πρώτες επιτυχίες συγκλονιστικά γεγονότα συμβαίνουν και πάλι στην Ρεντίνα. Το χωριό το ξανάγγιξε πόλεμος, οι Τούρκοι ύστερα από αντεπίθεση τους σε μεγάλη μάχη, που έγινε τον Ιούλη 1821, ο ηρωικός Κώστας Βελής καθώς ανέφερα παραπάνω, περικυκλωμένος από τις υπέρτερες δυνάμεις του Μαχμούτ Δράμαλη Πασά της Λάρισας, πολεμώντας απαράμιλλα ηρωικά με το σπαθί του σώμα με σώμα, αιχμαλωτίζεται έξω από την Ρεντίνα στην θέση Κονιαρόβρυση και στέλνεται στον Σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη, όπου θανατώνεται με φρικτά βασανιστήρια.
     Τότε ο Μαχμούτ Δράμαλης καταφέρνει μπαίνει στο χωριό, σκοτώνει άντρες, ξεκοιλιάζει γυναίκες, παλουκώνει γέρους, σφάζει σαν αρνάκια τα παιδιά κι αρπάζει τα κορίτσια. Κακό, κακό μεγάλο! κόλαση γίνηκε η κατακαημένη Ρεντίνα, έτσι πού βουτήχτηκε στον πόνο, στο κλάμα και τα ψυχομαχητά. Κι από πάνω στο τέλος ύστερα βάζει φωτιά στα σπίτια, την καίει  και εγκατέστησε ισχυρή Τουρκική φρουρά.
     Οι αγώνες των Θεσσαλών για την ελευθερία συνεχίσθηκαν και μετά το 1821 η Ρεντίνα δεν ησύχασε στιγμή και το Μοναστήρι της γίνεται και πάλι κέντρο αρματολικισμού. Ο βαρύς ζυγός γίνεται αβάσταχτος από τον κάματο της σκλαβιάς και σε λίγα χρόνια με την Θεσσαλική Επανάσταση οι Ρεντινιώτες παίρνουν και πάλι τ’ άρματα και ξανασηκώνονται. Το 1854 οι ντόπιοι ατρόμητοι επαναστάτες οπλαρχηγοί Νάκος Ρεντινιώτης, Γεωρ. Καραγκούνης και άλλοι διώχνουν την μικρή Αλβανική φρουρά, ύψωσαν την επαναστατική σημαία και κυκλοφόρησαν προκήρυξη σε όλους τους κατοίκους των Αγράφων.
     Επίσης επαναστάτες της περιοχής με τους οπλαρχηγούς Χαμχουύγια και Κυριάκο, οχυρώθηκαν μέσα στο Μοναστήρι και αντιμετώπισαν τις κατά πολύ μεγαλύτερες Τουρκικές δυνάμεις, που τους είχαν αποκλείσει. Κατά τις συγκρούσεις δε αυτές, η Μονή έπαθε πολλές καταστροφές.
     Υστερότερα το 1867 επαναστάτησαν και πάλι τα Άγραφα. Για καταστολή της εξέγερσης στάλθηκε στην Ρεντίνα ο Χαλίλ Πασάς, που κατόρθωσε ύστερα από σκληρές μάχες να ερειπώσει την Μονή και να καταβάλλει τους εγκλεισθέντες στο Μοναστήρι και να αιχμαλωτίσει τους γενναίους οπλαρχηγούς Ευάγγελο Κατσιούλα και Κώστα Καραστάθη, που μαρτύρησαν στο πέτρινο αλώνι, σύμφωνα με γράφημα που διασώζετε στον νάρθηκα του Αγίου Γεωργίου.
     Η καταστροφή αυτή έμεινε στην ιστορία ως ο «μεγάλος χαλασμός». Οι Ρεντινιώτες όμως δεν υποστέλλουν την σημαία του αγώνα, συνεχίζουν να μάχονται πάρ’ όλη την καταστροφή, που υπέστησαν και περιμένουν καρτερικά την πολυπόθητη μέρα της λευτεριάς.
     Για άλλη μια φορά τρία μέλη της επαναστατικής επιτροπής των Αγράφων, ο Δημητρός Κουσαής, ο Σπύρος Τσολάκογλου και ο Απόστολος Βασαρδάνης υπέγραψαν προκήρυξη που κυκλοφόρησαν στον ορεινό και καμπίσιο χώρο, με την οποίαν καλούσαν τους Θεσσαλούς  να αγωνιστούν για την λευτεριά, πράγμα που πήρε σάρκα και οστά στα 1868.
     Από το 1393, που στρατεύματα του Βαγιαζήτ Β΄ Γιλντερίμ επονομαζόμενου Κεραυνού, κατέλαβαν την Θεσσαλία, ξεκίνησε η μακριά νύχτα της Τουρκοκρατίας. Μα -είναι αλήθεια- όλα τα ανθρώπινα έχουν όρια, έχουν τοπική και χρονική διάρκεια, έτσι το 1878 η Θεσσαλία προσαρτήθηκε στο Ελληνικό κράτος και το 1881 η Ρεντίνα, ως το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής με την ενδιαφέρουσα πορεία της στον χρόνο, γίνεται και πάλι πρωτεύουσα του Δήμου Μενελαϊδος με έμβλημα της το ελάφι, αγαπημένο ζώο στα βουνά του χωριού μας από παλαιότερα.
     Ο Δήμος Μενελαϊδος σχηματίστηκε με το Β.Δ. της 31-3-1833 ΦΕΚ 126 με πληθυσμό 2454 και έδρα την Ρεντίνα, το δε 1907 είχε 3516 άτομα. Αρχικά ο δήμος περιελάμβανε  την Ρεντίνα 1168,  Παλιά Γιαννιτσού 60, Σμόκοβο 424, Θραψίμι 317,Λακρέσι 211, Φωτιάνα 222, και Άγιος Ιωάννης 53.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου